- ἐπιθαλαττίδιος
- ἐπιθαλασσίδιοςmasc/fem nom sg (attic)ἐπιθαλαττίδιοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπιθαλαττιδίας — ἐπιθαλαττιδίᾱς , ἐπιθαλαττίδιος fem acc pl ἐπιθαλαττιδίᾱς , ἐπιθαλαττίδιος fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθαλαττίδιον — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem acc sg (attic) ἐπιθαλασσίδιος neut nom/voc/acc sg (attic) ἐπιθαλαττίδιος masc acc sg ἐπιθαλαττίδιος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιθαλασσίδιος — ἐπιθαλασσίδιος και ἐπιθαλαττίδιος, α, ον και ος, ον (Α) ο επιθαλάσσιος … Dictionary of Greek
χερσαίος — α, ο / χερσαῑος, αία, ον, ΝΜΑ, και τ. θηλ. ος Α αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ξηρά, σε αντιδιαστολή προς τον θαλάσσιο και τον εναέριο ή τον ιπτάμενο (α. «χερσαίες και ναυτικές δυνάμεις» β. «τὰ χερσαῑα καὶ τὰ θαλάσσια καὶ τὰ πετεινά», Ηρόδ.)… … Dictionary of Greek
Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… … Dictionary of Greek
ἐπιθαλαττιδίαν — ἐπιθαλαττιδίᾱν , ἐπιθαλαττίδιος fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθαλαττιδίοις — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem/neut dat pl (attic) ἐπιθαλαττίδιος masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθαλαττιδίους — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem acc pl (attic) ἐπιθαλαττίδιος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθαλαττίδια — ἐπιθαλασσίδιος neut nom/voc/acc pl (attic) ἐπιθαλαττίδιος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)